του Γιώργου Μαυρογιώργου
Πρώτη ημέρα των πανελλαδικών εξετάσεων του 2014, στον απόηχο των αυτοδιοικητικών εκλογών και των ευρωεκλογών, χωρίς τους κραδασμούς και τις απειλές των αγωνιστικών κινητοποιήσεων από την πλευρά των εκπαιδευτικών.
Βλέπετε, έχει κερδίσει κατά κράτος η άποψη ότι οι εξετάσεις είναι η «κορυφαία» στιγμή της εκπαίδευσης. Μόνο σε περίοδο εξετάσεων ο κρατικός μηχανισμός βρίσκεται σε κατάσταση εγρήγορσης και συναγερμού. Πού να έχουν τέτοια προτεραιότητα οι έγκαιροι διορισμοί των εκπαιδευτικών στα σχολεία! Όπου να ναι δρομολογούνται και οι νέες αλλαγές σο εξεταστικό σύστημα του «νέου» λυκείου. Για τους εκπαιδευτικούς έχει σημάνει η ώρα για επιτήρηση και θα είναι στη θέση τους. Δε γνωρίζουμε εάν, για λόγους λιτότητας, έχουμε συγχωνεύσεις εξεταστικών κέντρων ή μείωση του αριθμού των επιτηρητών ή και την κατάργηση των διευθετήσεων για αραίωση των υποψηφίων στο χώρο. Ο Υπουργός, που έχει συνδέσει το όνομά του με τις πιο ολοκληρωτικές νεοσυντηρητικές και νεοφιλελεύθερες αλλαγές στην ελληνική εκπαίδευση, μετά τη μεταπολίτευση, συμπληρώνοντας την προκάτοχό του, Άννα Διαμαντοπούλου, απηύθυνε ευχετήριο χαιρετισμό. Αν τον διαβάσει κανείς, διακρίνει εύκολα τη ματαιοδοξία της εξουσίας που νιώθει ένας απερχόμενος υπουργός που «έκανε την εκπαίδευση άνω-κάτω» και που «έδωσε τα ρέστα του» στη μάχη των αυτοδιοικητικών εκλογών με τους επιχειρηματίες του «λιμανιού» του.
Βλέπετε, έχει κερδίσει κατά κράτος η άποψη ότι οι εξετάσεις είναι η «κορυφαία» στιγμή της εκπαίδευσης. Μόνο σε περίοδο εξετάσεων ο κρατικός μηχανισμός βρίσκεται σε κατάσταση εγρήγορσης και συναγερμού. Πού να έχουν τέτοια προτεραιότητα οι έγκαιροι διορισμοί των εκπαιδευτικών στα σχολεία! Όπου να ναι δρομολογούνται και οι νέες αλλαγές σο εξεταστικό σύστημα του «νέου» λυκείου. Για τους εκπαιδευτικούς έχει σημάνει η ώρα για επιτήρηση και θα είναι στη θέση τους. Δε γνωρίζουμε εάν, για λόγους λιτότητας, έχουμε συγχωνεύσεις εξεταστικών κέντρων ή μείωση του αριθμού των επιτηρητών ή και την κατάργηση των διευθετήσεων για αραίωση των υποψηφίων στο χώρο. Ο Υπουργός, που έχει συνδέσει το όνομά του με τις πιο ολοκληρωτικές νεοσυντηρητικές και νεοφιλελεύθερες αλλαγές στην ελληνική εκπαίδευση, μετά τη μεταπολίτευση, συμπληρώνοντας την προκάτοχό του, Άννα Διαμαντοπούλου, απηύθυνε ευχετήριο χαιρετισμό. Αν τον διαβάσει κανείς, διακρίνει εύκολα τη ματαιοδοξία της εξουσίας που νιώθει ένας απερχόμενος υπουργός που «έκανε την εκπαίδευση άνω-κάτω» και που «έδωσε τα ρέστα του» στη μάχη των αυτοδιοικητικών εκλογών με τους επιχειρηματίες του «λιμανιού» του.
Σε τροχιά έχουν μπει και οι αλλαγές των προαγωγικών/ εισαγωγικών εξετάσεων για τους μαθητές της Α΄ Λυκείου οι οποίοι έχουν να αντιμετωπίσουν και «νεωτερισμούς». Ένας από αυτούς σχετίζεται με την «τράπεζα θεμάτων». Μια τράπεζα γεμάτη «μυστικά και ψέματα» που έρχεται να εγκαθιδρύσει νέες κρυφές και δυσδιάκριτες ταξικές διακρίσεις στο σώμα του μαθητικού πληθυσμού. Μια τράπεζα που θα επιβάλει το κρατικό εξεταστικό «παράδειγμα» στην ίδια τη διδακτική πράξη των εκπαιδευτικών και στη μελέτη των μαθητών(«παρακυβέρνηση»).
Μια άλλη δραστική αλλαγή είναι αυτή που επιβάλλει ώστε οι μαθητές Α΄ λυκείου να χάνουν την ιδιότητα του μαθητή και να ντυθούν την ιδιότητα του υποψήφιου σε καθεστώς διαρκούς άκρατου ανταγωνισμού και εξετάσεων. Αυτό θα καλούνται να το εμπεδώνουν και να το αντέχουν σε μια τροχιά τριετούς τουλάχιστον διαδρομής. Είναι η ίδια αλλαγή που δίνει στο λύκειο τα χαρακτηριστικά φροντιστηρίου και στους εκπαιδευτικούς το ρόλο του φροντιστή εκγύμνασης στην αποκωδικοποίηση των θεμάτων του τραπεζικού εξεταστικού συστήματος. Άλλωστε, οι επιδόσεις των μαθητών συνδέονται με την αξιολόγηση των ίδιων των εκπαιδευτικών! Η αξιολόγηση στην πιο ολοκληρωτική της εκδοχή, που δεν της ξεφεύγει τίποτε. Όλα τους, στην υπηρεσία ενός εξεταστικού συστήματος που νομιμοποιεί και επικυρώνει την κοινωνική διάκριση και την ταξική επιλογή.
Οι εκπαιδευτικοί του λυκείου που δοκιμάζονται βάναυσα, με το σχέδιο επιβολής της πιο ολοκληρωτικής αξιολόγησης στην εκπαίδευση, καλούνται να ξεχάσουν τις εκκρεμότητες που τους περιμένουν και να αφήσουν στην άκρη τις παιδαγωγικές και τις επικοινωνιακές τους δραστηριότητες και να φορέσουν την « αστυνομική φόρμα» του αποτελεσματικού επιτηρητή. Το σημαντικό δεν είναι η επιτήρηση αυτή καθαυτή, όσο οι ευρύτερες κοινωνικές και πολτικοιδεολογικές της λειτουργίες που συγκροτούν το νεοφιλελεύθερο πρόταγμα. Το κείμενο που ακολουθεί αντλεί από προηγούμενες αναλύσεις μας. Αυτές τις απόψεις τις επαναφέρουμε, λόγω της επικαιρότητας. Ίσως, φανεί χρήσιμο σε όσους και όσες κάνουν επιτήρηση αυτές τις μέρες. Ίσως, βοηθήσει και τους μαθητές/υποψήφιους και τους γονείς τους να κατανοήσουν το αντίκρισμα των διαδικασιών στις οποίες παίρνουν μέρος.
Πρώτη ημέρα: Καλώς την «ανθρωπιά»
Πρώτη ημέρα των εξετάσεων, σήμερα, στο μάθημα «Νεοελληνική Γλώσσα» (Άραγε, γιατί συντηρείται ο προσδιορισμός «νεοελληνική». Δε θα ήταν αρκετή η αναφορά «Γλώσσα»; Κι όταν χρειάζεται διαφοροποίηση, αυτή να γίνεται, κατά περίπτωση, π.χ. αγγλική γλώσσα, κ.α. ). Το κείμενο που δόθηκε αναφέρεται στην «ανθρωπιά», κι όπως ισχυρίζεται ο συντάκτης του Ι.Μ.Π., «εννοούμε, φυσικά, τη συμπόνια, τη συμμετοχή, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στο πάθος του γείτονα. Και όχι μόνο του γείτονα. Του κάθε ανθρώπου». Δε θα ασχοληθούμε με το περιεχόμενο που δίνει ο συγκεκριμένος συγγραφέας στην ανθρωπιά.
Σε μια εποχή που όλοι μιλάνε για πρωτοφανή ανθρωπιστική κρίση στη χώρα μας, το θέμα έχει την επικαιρότητά του. Αν, ωστόσο, η επικαιρότητα είναι ένα κριτήριο, υπάρχει και ο προκλητικός κυνισμός του «θέματος»: Οι υποψήφιοι καλούνται να στοχαστούν πάνω στις αρχές της «ανθρωπιάς»/ του ανθρωπισμού, την ίδια στιγμή που όσοι ασκούσαν τη διακυβέρνηση της χώρας, μετά τη μεταπολίτευση, είναι υπεύθυνοι για τη βαθιά ανθρωπιστική κρίση στην οποία αντιμετωπίζουν και θα αντιμετωπίζει η χώρα. Την ίδια στιγμή που οι υποψήφιοι κάθονται στα εξεταστικά θρανία και καλούνται να ξεδιπλώσουν τις γνωστικές και γλωσσικές τους ικανότητες, ταυτόχρονα, εκτίθενται στη «βαθιά γραμματική» μιας βαρβαρότητας άκρατου ανταγωνισμού και ατομικισμού. Για τους 105.000 υποψηφίους έχουν προβλεφθεί 72.000 περίπου θέσεις! Πρόκειται για μια εξόχως αντιφατική και κυνική πρόκληση και δοκιμασία των γνωστικών και υπαρξιακών αντοχών των νέων. Η πρακτική ιδεολογία που υποβαστάζει τις διαδικασίες και τις ρυθμίσεις διεξαγωγής των εξετάσεων, στις οποίες συμμετέχουν οι υποψήφιοι, για να σχολιάσουν το σχετικό ζήτημα αντιστρατεύεται το πρόταγμα της «ανθρωπιάς»
Όπως γράφαμε, άλλοτε, αν το αξιακό σύστημα του ανθρωπισμού υπερασπίζεται την αξιοπρέπεια, το σεβασμό, την αναγνώριση, την ολόπλευρη ανάπτυξη του ανθρώπου, την άσκηση ελευθερίας και τη δημιουργία των αναγκαίων προϋποθέσεων για την συνάντηση ατομικών και κοινωνικών αναγκών, για την αντιμετώπιση όρων διάκρισης, αλλοτρίωσης, αποκλεισμού και βίας, έχουμε βάσιμους λόγους να υποστηρίξουμε την άποψη πως οι σχολικές εξετάσεις έχουν εξελιχθεί σε βασικό μηχανισμό που αντιστρατεύεται ένα τέτοιο ανθρωπιστικό πρόσταγμα.
Θα πάρουμε ένα ενδεικτικό σημείο της διεξαγωγής των εξετάσεων: την επιτήρηση. Διαλέγουμε την επιτήρηση ως θέμα ανάλυσης για δύο κυρίως λόγους:(α) Οι επιτηρήσεις αυξάνονται δραματικά με τις νέες αλλαγές στο εξεταστικό. (β) Η επιτήρηση στις εξετάσεις γίνεται και επιτήρηση της όλης εκπαιδευτικής διαδικασίας, μαθητών και εκπαιδευτικών
Η επιτήρηση της κοινωνικής διάκρισης κι επιλογής
Θα ξεκινήσουμε από τη βασική παραδοχή πως οι εξετάσεις είναι ένα κομβικό σημείο -σημείο τομής- στη συνάντηση σχολείου και κοινωνίας, μιας κοινωνίας που προσδιορίζεται από άνιση κατανομή πλούτου, προνομίων και εξουσίας. Σε αυτή την κοινωνία το σχολείο ως κρατικός ιδεολογικός μηχανισμός συμβάλλει στη μετάδοση και ανάπτυξη συγκεκριμένων γνώσεων και ικανοτήτων, στην κοινωνική διάκριση, κατάταξη, επιλογή και κατανομή των ατόμων στις ιεραρχημένες θέσεις εργασίας με διαφορά κοινωνικής υπόληψης, και στην εγχάραξη των κυρίαρχων προτύπων, αξιών και στάσεων. Και οι τρεις αυτές λειτουργίες ευνοούν την αναπαραγωγή των υφισταμένων κοινωνικών σχέσεων. Και στις τρεις αυτές λειτουργίες του σχολείου οι εξετάσεις διαδραματίζουν πολύ σημαντικό ρόλο.
Εκείνο, βέβαια, που χρειάζεται να τονισθεί είναι ότι οι εξετάσεις δεν παράγουν την κοινωνική διάκριση και κοινωνική επιλογή, απλά την ευνοούν και κυρίως τη νομιμοποιούν. Αν δεχθούμε τα παραπάνω, τότε αντιλαμβανόμαστε γιατί το εξεταστικό ζήτημα (εξεταστέα ύλη, τεχνικές συντέλεσης, βάσεως, βαθμοί, βαθμολογητές, κ.λ.π.), δηλαδή, η οργάνωση, η ρύθμιση και η διεξαγωγή των εξετάσεων προβάλλεται ως η κορυφαία στιγμή της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Η εξασφάλιση δηλαδή του κύρους και του αδιάβλητου των εξετάσεων αποχτάει προτεραιότητα σε βάρος της εκπαιδευτικής διαδικασίας, γιατί εξαρτάται (από τη διεξαγωγή του) η εξαγορά μιας εύκολης νομιμοποίησης των επιπτώσεων και των αποτελεσμάτων τους.
Έτσι μπορούμε να κατανοήσουμε καλύτερα την προτεραιότητα του εξεταστικού, με προσδιοριστικές μεταβλητές το φορμαλισμό, την τυπικότητα, την κανονικότητα, την σταθερότητα της μορφής, το πρωτόκολλο, την αυστηρότητα, την ομοιομορφία, το απόρρητο, τη διαφάνεια, κ.α. Πρόκειται για μια πολιτική της βεβαιότητας και της εμπιστοσύνης, που επιδιώκει υψηλούς βαθμούς αποδοχής και συναίνεσης. Θα μπορούσαμε να πούμε μάλιστα ότι η σπουδαιότητα των εξετάσεων δεν έγκειται στο ότι είναι ένας αποτελεσματικός μηχανισμός επιλογής των «κατάλληλων», αλλά στο ότι προσφέρεται για την απόκρυψη των πολλαπλών μορφών κοινωνικής μεροληψίας και ιδεολογικής διαχείρισης.
Στην περίπτωση των προαγωγικών και απολυτήριων εξετάσεων που συνδέονται με την εισαγωγή σε ανώτερες βαθμίδες εκπαίδευσης μπορούμε να εντοπίσουμε ένα διπλό και αντιφατικό ρόλο: i)την ομοιομορφία – ομοιογενοποίηση της γνώσης, των μαθητών, των δραστηριοτήτων, κ.α. και ii) τη διάκριση της εκπαιδευτικής διάστασης: γνώσης, μαθητών, εκπαιδευτικών. Έτσι π.χ. μαθητές και μαθήτριες, ανεξάρτητα από την κοινωνική προέλευσή τους, τις δέσμες ή τα πεδία, εξομοιώνονται ως προς την τυπική τους δυνατότητα για συμμετοχή, αλλά ταυτόχρονα, διακρίνονται σε κοινωνικές κατηγορίες ως προς τις επιλογές τους για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, την εισαγωγή τους ή τον αποκλεισμό. Τα ορατά –τεχνικά- οργανωτικά στοιχεία της διεξαγωγής τους αποκρύπτουν, ωστόσο, τη γραμματική της βαθιάς κοινωνικής δομής των προϋποθέσεων, πριν από τις εξετάσεις, μπροστά σ’ αυτές και μετά από αυτές
Επιτήρηση της ιδεολογίας του ατομικισμού και του ανταγωνισμού
Η συμμετοχή των μαθητών στις εξετάσεις ή η δήλωση προτίμησης, μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, απαιτεί τη συμπλήρωση σχετικού δελτίου. Αυτό, πέρα από όλα τα άλλα, εξατομικεύει τα κοινωνικά τους χαρακτηριστικά, κατασκευάζει τον υποψήφιο ως άτομο – περίπτωση - ντοκουμέντο το οποίο προσφέρεται για ποσοτική μέτρηση, σύγκριση, διαχείριση. Υπογράφεται συμβολικά η ιδεολογία της ελεύθερης επιλογής, της ατομικής προτίμησης, της ατομικής ευθύνης.
Η επιτήρηση στις εξετάσεις συγκροτεί ένα αυστηρό και ομοιόμορφο κανονιστικό πλαίσιο του αδιάβλητου. Ωστόσο, οι πρακτικές της επιτήρησης υποθάλπουν, αναπαράγουν ή κατασκευάζουν, επικυρώνουν, νομιμοποιούν ή και αντανακλούν μια σειρά από ευρύτερες κοινωνικο-πολιτικές και ιδεολογικές αφετηρίες και επιπτώσεις. Πρόκειται για ένα σύνολο τεχνικών διευθετήσεων και κανόνων που δίνει έμφαση στην τάξη, την πειθαρχία, την απομόνωση, τον ατομικισμό και τον ανταγωνισμό. Όλα αυτά ως πρακτικές ιδεολογίες επηρεάζουν βαθύτατα το σύνολο της εκπαιδευτικής διαδικασίας που προηγείται πριν από τη διεξαγωγή τους. Η ταξιθέτηση των υποψηφίων στις εξετάσεις προσφέρεται κυρίως για την κατασκευή μιας πλασματικής εικόνας: οι αγχωμένοι υποψήφιοι, που ανταγωνιστικά διεκδικούν μια θέση, προβάλλονται ως φρόνιμα και πειθαρχημένα άτομα, αραιωμένα μέσα στο χώρο. . Οι εκπαιδευτικοί όταν επιτηρούν στις εξετάσεις, ουσιαστικά, εξασφαλίζουν τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την επικύρωση της κοινωνικής επιλογής των υποψηφίων.
Η αραίωση των μαθητών μέσα στο χώρο κάνει έτσι κι αλλιώς ορατή μια αλλαγή: το θρανίο των δύο έχει γίνει θρανίο για ένα. Πρόκειται για μια διευθέτηση που σε τελευταία ανάλυση ευνοεί την επιτήρηση και την αποθέωση της ιδεολογίας του ατομικισμού και του ανταγωνισμού ( «ο θάνατός σου η ζωή μου»). Η επιτήρηση δηλαδή αντανακλά και δικαιώνει τον ατομικισμό. προφυλάσσει και ενισχύει τον ανταγωνισμό με φανερές τις αφετηριακές παραδοχές ενός κοινωνικού «δαρβινισμού»: ο σκληρός ανταγωνισμός δεν είναι μόνο αποτελεσματικός για την επιλογή των ικανότερων αλλά και για τη συνέχιση της εξέλιξης. Η αυστηρή επιτήρηση, η αραίωση των μαθητών στο χώρο και η αυστηρή τήρηση του κανονισμού διεξαγωγής των εξετάσεων δεν είναι παρά οι πρακτικοί και υλικοί όροι που εκφράζουν, αντανακλούν και ενισχύουν την ιδεολογία αυτού του ανταγωνισμού και ατομικισμού που κυριαρχεί στη συνολική εκπαιδευτική διαδικασία.
Με άλλα λόγια, το υλικό/πρακτικό – θεσμικό πλαίσιο οργάνωσης των εξετάσεων προωθεί την αντίληψη ότι η συμμετοχή σ’ αυτές, η επιτυχία ή η αποτυχία είναι ατομική υπόθεση και ευθύνη. Μαθητές/τριες, επιτηρητές, βαθμολογητές και γονείς εμπλέκονται σε ένα συμβολισμό που εκφράζει συγχρόνως κοινωνικο-πολιτισμικές αξίες της κυρίαρχης κοινωνικής και πολιτικής λογικής: τον ατομικισμό και τον ανταγωνισμό που είναι τα δομικά στοιχεία μιας κοινωνίας με άνισους όρους στην κατανομή προνομίων, πλούτου και εξουσίας.
Η αποθέωση της ιδεολογίας του ατομικισμού με την επιτήρηση επιτελεί, ως φαίνεται, μια σημαντική κοινωνική λειτουργία: συμβάλλει ώστε η επιτυχία και η αποτυχία να νομιμοποιείται ως ατομική υπόθεση παρά ως ζήτημα που προσδιορίζεται ως ένα μεγάλο βαθμό από τους όρους άνισης κατανομής προνομίων και εξουσίας. Η επιτήρηση των υποψηφίων-ατόμων, η εξίσωσή τους και η εξομοίωσή τους, κατά την τελετουργία της διεξαγωγής των εξετάσεων, αποκρύπτουν την πραγματικότητα των κοινωνικών προνομίων.
Η επιτήρηση της ομοιομορφίας και της συμμόρφωσης
Οι διάφορες πρακτικές διευθετήσεις, ωστόσο, που υιοθετούνται κατά τη διεξαγωγή των εξετάσεων, ως στοιχεία της τελετουργίας εκθέτουν και εξαναγκάζουν τα άτομα σε συμμόρφωση, παρά τον έντονο ατομικισμό τους: αν και οι μαθητές είναι απομονωμένοι στο χώρο, στην πραγματικότητα κάνουν ή καλούνται να κάνουν την ίδια ακριβώς εργασία, πάνω στο ίδιο περιεχόμενο και στα πλαίσια προκαθορισμένου χρόνου και ρυθμού. Έτσι αναιρούνται βασικές αρχές της ατομικότητας, της αυτονομίας, της ελεύθερης έκφρασης, της μοναδικότητας, της διαφοράς, της πρωτοβουλίας, της δημιουργικότητας, κ.τ.ο. Με άλλα λόγια, υποθάλπεται η ιδεολογία του ατομικισμού με όρους και προϋποθέσεις που ευνοούν την παθητική ομοιομορφία και τη συμμόρφωση.
Η επιτήρηση της αντιγραφής
Οι εξετάσεις δίνουν έμφαση στη μηχανική και παθητική απομνημόνευση που προσφέρεται για επινόηση ευρηματικών τρόπων αντιγραφής. Έτσι, η επιτήρηση γίνεται όλο και πιο επιτακτική. Τόσο όμως η μηχανική απομνημόνευση, όσο και η επιτήρηση ευνοούν την κατασκευή μιας παραλλαγής παθητικού και πειθαρχημένου υποψηφίου που δεν ενισχύεται στην ανάπτυξη δημιουργικής και κριτικής σκέψης, όσο στην εξάσκηση σε πρακτικές νόμιμης μνημονικής λογοκλοπής. Η κυριαρχία της απομνημόνευσης τόσο στις λεγόμενες προφορικές εξετάσεις και στις καθημερινές ανταλλαγές όσο και στις γραπτές εξετάσεις, είναι μια πολύ έγκυρη και αξιόπιστη ένδειξη για τη θεμελίωση του συγκεκριμένου ισχυρισμού.
Θα λέγαμε ότι η όλη τεχνολογία των επιτηρήσεων στις εξετάσεις καταλήγει να είναι επιτήρηση για επιβράβευση της μνημονικής αντιγραφής. Δεν έχουμε συναντήσει μαθητή ή φοιτητή που στις εξετάσεις να αναφέρει την πηγή από την οποία αντιγράφει τους ισχυρισμούς του. Αμφιβάλλουμε εάν γνωρίζουν τα ονόματα των συγγραφέων των βιβλίων που μελετούν. Τα βιβλία ταυτίζονται με τα γνωστικά αντικείμενα και ως τέτοια αναφέρονται. Τα βιβλία δεν έχουν συγγραφείς. Αλλά και οι ίδιοι οι συγγραφείς των σχολικών βιβλίων, όταν κάνουν παιδαγωγική «μεταποίηση» επιστημονικών γνώσεων σε σχολικές, προσφεύγουν σε διάφορες τεχνικές ανοικτές στο ενδεχόμενο αντιγραφής.
Οι κυρώσεις που προβλέπονται είναι πολύ βαριές: μονογραφή του γραπτού και μηδενισμός, αποβολή από την εξέταση, χαρακτηρισμός της διαγωγής, κ. α.. Ωστόσο, με τις εξετάσεις και τη βαθμολόγηση των γραπτών, επιβραβεύεται με άριστα η μνημονική αντιγραφή συναφών αποσπασμάτων από τις σχετικές σελίδες του βιβλίου. Είναι ενδιαφέρον ότι ακόμη και στις προφορικές εξετάσεις γίνεται, συνήθως, η υπενθύμιση «κλείσε το βιβλίο… όχι από μέσα»(: μπορείς να αντιγράψεις, αλλά απέξω).
Θα λέγαμε ότι έχουμε να κάνουμε, σε τελευταία ανάλυση, με μια εκπαίδευση παπαγάλων που απαγορεύει την αντιγραφή και τα «σκονάκια» αλλά την ίδια στιγμή με συστηματικό τρόπο επιβραβεύει τη μνημονική αντιγραφή και διδάσκει μαθήματα νόμιμης κλοπής της πνευματικής ιδιοκτησίας άλλων. Έτσι, ετοιμάζει και αντιγραφείς και πολίτες που επιβραβεύονται για την άκριτη αποδοχή απόψεων, χωρίς να χρειάζεται να σκέφτονται, να συνθέτουν και να δημιουργούν.
Οι αλχημείες των μετρήσεων της σχολικής επίδοσης
Αν βέβαια, εξετάσουμε τις παραδοχές ενός εξεταστικού συστήματος σε σχέση με τους βαθμούς που απονέμονται, προκύπτουν κάποιες ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις. ‘Ετσι π.χ. οι βαθμοί είναι αναπαραστάσεις της επίδοσης σε ένα γνωστικό αντικείμενο, όπως αυτές προκύπτουν μέσα από διαδικασίες κατακερματισμού της γνώσης. Οι βαθμοί που δίδονται σε διάφορα γνωστικά αντικείμενα, από διαφορετικούς εκπαιδευτικούς, σε διαφορετικά σχολεία και από διαφορετικούς βαθμολογητές μπορούν να αθροιστούν και να γίνουν μέσος όρος που είναι και ο δείκτης της επίδοσης. Δηλαδή, μέσα από διαδοχικές και αλλεπάλληλες, κλιμακωτές αναπαραστάσεις, σταδιακά, η επίδοση του μαθητή απογυμνώνεται από το πλαίσιο της.
Έτσι, όμως, οι επιδόσεις ορίζονται ως το αποτέλεσμα εσωτερικών μετρήσιμων ικανοτήτων παρά ως κοινωνικές κατασκευές που παρήχθησαν με τη συνεργασία δασκάλων, μαθητών, βαθμολογητών, βαθμών, τεχνικών αξιολόγησης, κάτω από τους υφιστάμενους κοινωνικούς, πολιτικούς και υλικούς όρους. Ας αφήσουμε, βέβαια, το γεγονός ότι η απονομή βαθμών δίνει στη γνώση «ανταλλακτική αξία» για την εσωτερική αγορά και την «οικονομία» του εξεταστικού συστήματος, χωρίς αξία χρήσης έξω από το σχολείο. Έτσι διαμορφώνονται συνθήκες αποξένωσης, κάτω από τις οποίες, δραστηριότητες που έχουν ανθρώπινα χαρακτηριστικά αντικειμενικοποιούνται. Η προετοιμασία για τις εξετάσεις και η συμμετοχή σ’αυτές είναι κάτι έξω από τον μαθητή και επιβάλλεται από τα έξω. Οι μαθητές μελετούν ό,τι μελετούν και με τον τρόπο που μελετούν ενόψει των εξετάσεων και προκειμένου... ώστε να εξασφαλίζουν την προαγωγή τους ή την εισαγωγή τους στην επόμενη βαθμίδα. Ένας μαθητής έχει πει! «Ό,τι έμαθα στο σχολείο με βοηθούσε να περάσω στην επόμενη τάξη».
Η επιτήρηση της εκπαίδευσης
Όλα, όσα έχουν αναφερθεί πιο πάνω, συγκροτούν τα στοιχεία μιας συγκεκριμένης μορφής άσκησης ελέγχου στην ίδια την εκπαιδευτική διαδικασία. Οι προδιαγραφές ενός εξεταστικού συστήματος προτείνουν και προβάλλουν ένα σύστημα αρχών, αντιλήψεων και αρχών για την οργάνωση και τη διεκπεραίωση της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Ένα φύλλο εξέτασης υποβαστάζει μια συγκεκριμένη αντίληψη για την σχολική γνώση, τη διδασκαλία, τη μάθηση, την σχολική επιτυχία, κ.α. Αν, όπως υποστηρίζεται ευρύτατα, οι εξετάσεις του λυκείου, οι προαγωγικές και απολυτήριες που θεσμικά και αντικειμενικά είναι εισαγωγικές εξετάσεις για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, αξιοποιούνται ως μοχλός εισαγωγής εκπαιδευτικών αλλαγών στην τάξη, αντιλαμβανόμαστε ότι το σχολείο θα μετατραπεί σε διαρκές «πανοπτικό» επιτήρησης και εποπτείας σε βάρος της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Η ενίσχυση και η εντατικοποίηση των εξετάσεων, η διεύρυνση των τομέων αξιολόγησης, η χρονική τους επέκταση, οι πολιτικές επιείκειας, η διάρκειά τους, η επανάληψή τους και η τεχνοδομή τους θα ενισχύσουν ακόμα πιο πολύ τις βασικές κοινωνικές λειτουργίες του σχολείου και των εξετάσεων σε βάρος της μάθησης, της σχολικής εργασίας, της εργασίας των εκπαιδευτικών, της διδασκαλίας, της παιδαγωγικής σχέσης.
Επιλογικά: Θέλουμε πίσω το δημόσιο σχολείο που μορφώνει
Η ολοκληρωτική επίθεση που έχει δεχτεί το δημόσιο σχολείο μας εξαναγκάζει να ζητήσουμε πίσω το ανοικτό δημόσιο σχολείο που κατακτήθηκε με πολλούς κοινωνικούς αγώνες. Αν υπάρχει κρίση στην εκπαίδευση, η ενίσχυση των εξετάσεων συνιστά μια πολιτική «αστυνόμευσης της κρίσης» και μια τέτοια πολιτική γίνεται μέρος του προβλήματος. Η λύση βρίσκεται στην καθιέρωση του υποχρεωτικού δημόσιου δωδεκάχρονου σχολείου και στην ελεύθερη πρόσβαση από τη δευτεροβάθμια στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η πολιτική της ελεύθερης πρόσβασης βρίσκεται σε αντιφατική σχέση με την πολιτική έντασης των εξετάσεων. Η ελεύθερη πρόσβαση προϋποθέτει μετατόπιση της προτεραιότητας από διαδικασία μέτρησης και καταγραφής των ικανοτήτων των μαθητών σε διαδικασία ανάπτυξης αυτών των ικανοτήτων. Χρειάζεται να γίνει μετατόπιση από πολιτικές ανάπτυξης ενός πολυσύνθετου εξεταστικού συστήματος σε πολιτικές απελευθέρωσης των μαθητών/ τριών για ολόπλευρη ανάπτυξη, καλλιέργεια, μόρφωση. Οι εξετάσεις είναι ένα test στην κόπωση και στην αντοχή, δεν είναι διαδικασία μάθησης, διάγνωσης, ανατροφοδότησης, κινητοποίησης. Η ένταση των εξετάσεων είναι η πιο αποτελεσματική συνταγή για αναστολή της εκπαιδευτικής διαδικασίας, της παιδαγωγικής σχέσης και της μάθησης. Όσο η σχολική αποτυχία και η διάκριση είναι αναπόσπαστο στοιχείο ενός εξεταστικού συστήματος, από την άποψη ότι είναι μεγάλος αριθμός υποψηφίων αποκλείεται από παραπέρα εκπαίδευση (ή αν δεν αποκλείεται δεν επιλέγει τις σπουδές του), η αξιολόγηση δεν απελευθερώνει ούτε το δάσκαλο, ούτε το μαθητή, ούτε το σχολείο. Οι εξετάσεις μετατρέπουν το σχολείο σε μηχανισμό διαρκούς επιτήρησης και τάξης, όπου επιτηρητές και επιτηρούμενοι εμπλέκονται σε σχέσεις αμοιβαίας επιτήρησης στη συμμόρφωση, στον ατομικισμό και στον ανταγωνισμό. Δε μοιάζει λίγο – πολύ πολεμική η ατμόσφαιρα στην περίοδο διεξαγωγής των εξετάσεων; Τι θα λέγατε αν κλείναμε με τον Μπρέχτ:
«Μονάχα εκεί όπου υπάρχει πόλεμος
υπάρχουν συστηματικοί κατάλογοι και αρχεία,
μπαίνουν τα ρούχα στο μπόγο και το σιτάρι στο σακί,
μετριούνται άνθρωποι και ζωντανά και τους πάνε γι’αλλού,
γιατί το ξέρουν ακριβώς πως, χωρίς τάξη,
πόλεμος δε γίνεται».
Αν είναι έτσι, που είναι η εκπαίδευση, που είναι η μάθηση, που είναι η γνώση, που τα κίνητρα, που το σχολείο; Που είναι ο δάσκαλος και που ο μαθητής και η μαθήτρια; Που μένει χώρος και χρόνος για το αξιακό πρόταγμα του ανθρωπισμού;
Αρθρογράφος:
Γιώργος Μαυρογιώργος
Πηγή: alfavita.gr
Πηγή: alfavita.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου